ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

BALKAN WARS 1912

.

1913

Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ: ΑΙΤΙΑ, ΑΦΟΡΜΕΣ, ΚΙΝΗΤΡΑ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Α' ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ

Η Ελλάδα, όπως είδαμε, αντιμετώπισε μια σειρά ακραίων και ανειλικρινών συμπεριφορών από την πλευρά της Βουλγαρίας. Οι Βούλγαροι, χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία το γεγονός ότι η χώρα τους δεν είχε αναλάβει καμιά ουσιαστική δέσμευση απέναντι στην Ελλάδα, ήθελαν να αθετήσουν τα όσα, σχετικά με τη διανομή εδαφών, είχαν υπογραφεί με τη Σερβία και διεκδικούσαν από την Ελλάδα σθεναρά την πόλη της Θεσσαλονίκης και τα εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας.

Τα μυστικά τους σχέδια τα τροποποίησαν μονομερώς την τελευταία στιγμή και ενώ προβλεπόταν μαζική επίθεση εναντίον των Τουρκικών θέσεων στην Ανατολική Θράκη, η Βουλγαρία είδαμε να αποκόπτει δύο μεραρχίες της, τη μια εκ των οποίων τη στέλνει στην Ανατολική Μακεδονία και την άλλη στη Θεσσαλονίκη.

Δύο τάγματα αυτής της μεραρχίας ήταν αυτά που κατάφεραν να μπουν στη Θεσσαλονίκη, αφού έλαβαν την άδεια του Διαδόχου Κωνσταντίνου. Εκτός αυτού οι Βούλγαροι (παρότι ο Α΄ Βαλκανικός ήταν πόλεμος των Βαλκανικών χωρών με την Τουρκία) στρέφονται συχνά εναντίον των Ελλήνων με μικρές στρατιωτικές μονάδες και σώματα ανταρτών.

Η ΜΙΚΤΗ ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Τον Απρίλιο του 1912 είχαν αρχίσει στη Θεσσαλονίκη οι εργασίες μιας μικτής ελληνοβουλγαρικής επιτροπής για τον καθορισμό των συνόρων. Οι εργασίες αυτές δεν οδήγησαν πουθενά, αφού η Ελληνική πλευρά ισχυριζόταν πως η ενδοχώρα της Θεσσαλονίκης είχε απελευθερωθεί από τους Έλληνες Προσκόπους. Οι Βούλγαροι ισχυρίζονταν πως ο Βουλγαρικός στρατός είχε διέλθει από τις Σέρρες ως τη Θεσσαλονίκη.

Ο Γκέσωφ επεσήμανε πως οι μελλοντικές γενεές αναπόφευκτα θα συγκρούονταν για τη διεκδίκηση της Θεσσαλονίκης. Ο Ντάνεφ θέλησε να προβάλει το γεγονός ότι οι Βούλγαροι ήταν αυτοί που πρόσφεραν τα πιο πολλά στο συμμαχικό αγώνα και πως υπήρχε Βουλγαρική πλειοψηφία στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας.

Οι Έλληνες στους ισχυρισμούς αυτούς απάντησαν πως κάθε Σλαβόφωνος στη Μακεδονία δεν μπορούσε να θεωρηθεί υποχρεωτικά Βούλγαρος. Υπογράμμισαν την εξαιρετική προσφορά του Ελληνικού στόλου κατά τον Α΄ Βαλκανικό και τόνισαν πως οι θυσίες των Βουλγάρων δεν ήταν υπέρτερες των θυσιών των Ελλήνων, αν ληφθεί υπόψη πως ο Βουλγαρικός στρατός έχασε 35.000 άνδρες οι περισσότεροι, όμως, από τους οποίους έχασαν τη ζωή τους από χολέρα κι όχι από στρατιωτικές δυνάμεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Βίαια γεγονότα ανάμεσα σε Βούλγαρους και Ελληνικούς πληθυσμούς στο Παγγαίο και στη Νιγρίτα ανάγκασαν την Ελληνική κυβέρνηση να πλησιάσει περισσότερο τη Σερβία. Συγκεκριμένα στις 8 / 21 Μαΐου 1913 μεγάλη δύναμη Βουλγάρων επιτίθεται εναντίον Ελλήνων στις παραπάνω περιοχές, βλάπτοντας Ελληνικούς πληθυσμούς και πλήττοντας την 7η Ελληνική μεραρχία που ταλαιπωρημένη υποχωρεί. Αυτή η επίθεση ανησύχησε την Αθήνα που τη θεώρησε ως προανάκρουσμα μιας πιο οργανωμένης Βουλγαρικής επίθεσης.

Ο Βενιζέλος ζητούσε από τη Βουλγαρία να δεχτεί το status quo και να υπογράψει για το διακανονισμό εκκρεμών θεμάτων με τη Ελλάδα. Ο Γκέσωφ συνέπλεε με αρκετές από τις απόψεις του Βενιζέλου. Δυστυχώς, όμως, οι θέσεις του δε βρήκαν απήχηση στο εσωτερικό της Βουλγαρίας. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος δέχτηκε την παραίτηση Γκέσωφ, που υπεβλήθη στις 17 / 30 Μαΐου 1913, την ίδια, δηλ., ημέρα που υπογράφηκε η Συνθήκη ειρήνης του Λονδίνου. Ο διάδοχος στη θέση του πρωθυπουργού, Ντάνεφ, ήταν περισσότερο φιλοπόλεμος και υποχωρητικός στις απαιτήσεις του ιδιαιτέρως επιθετικού Βουλγαρικού στρατηγού, Μιχαήλ Σαβώφ.

***

Η υπογραφή της συνθήκης Ειρήνης του Λονδίνου (17 / 30 Μαΐου 1913) δεν προδίκαζε ειρήνη στα Βαλκάνια. Η Βουλγαρία αρνιόταν να αποδεχτεί τη νέα πραγματικότητα, καθώς διακατεχόταν από ηγεμονικό σύνδρομο. Για όσα εδάφη είχε χάσει στη Μακεδονία και τη Δοβρουτσά είχε αποζημιωθεί με ολόκληρη σχεδόν τη Θράκη, όμως δεν έδειχνε ικανοποιημένη. Το μέλλον προοιωνιζόταν ζοφερό, καθώς ήταν ορατή στον ορίζοντα η διάσπαση της Βαλκανικής Συμμαχίας και το ξέσπασμα ενός ενδοβαλκανικού πολέμου.

ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΕΡΒΙΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΠΡΙΝ ΤΟΝ Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ

Η Σερβία κάτω από ευτυχείς συγκυρίες πέτυχε το 1911 να υπογράψει μια συνθήκη με τη Βουλγαρία σύμφωνα με την οποία η Βουλγαρία θα διέθετε στρατιωτική δύναμη 200.000 ανδρών στη Σερβία σε περίπτωση που αυτή δεχόταν επίθεση από την Αυστρία. Μετά τον Α΄ Βαλκανικό η συμμαχία είχε ατονήσει και η συμμαχική ως τώρα Βουλγαρία προέβαλε ως επικίνδυνος αντίπαλος.

Αντιθέσεις μεταξύ Βουλγάρων και Σέρβων, όχι τόσο οξυμμένες όσο μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, υπήρχαν κι όλα έδειχναν πως μια σύγκρουση ανάμεσα στους συμμάχους του Α΄ Βαλκανικού πολέμου τώρα θα ήταν αναπόφευκτη.

Η ΕΛΛΗΝΟΣΕΡΒΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΕΝ ΤΕΛΕΙ ΕΛΛΗΝΟΣΕΡΒΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Μιλήσαμε για τα επεισόδια που διατάραξαν τις Ελληνοβουλγαρικές σχέσεις. Οι Βούλγαροι διακήρυσσαν σε κάθε ευκαιρία ότι η κατοχή της Θεσσαλονίκης από τους Έλληνες θα ήταν προσωρινή και ότι οι Έλληνες θα αποχωρούσαν από την πόλη είτε εκουσίως είτε θα εκδιώκονταν με τη βία μέχρι τον Αλιάκμονα. Αρνούνταν να αποδεχθούν την ιδέα της διανομής βάσει της προτεραιότητας κατοχής και συνέχιζαν να ονειρεύονται τη Μεγάλη Βουλγαρία.

Όσο χρόνο η Ελλάδα και η Βουλγαρία συνειδητοποιούσαν τα πραγματικά συναισθήματα που έτρεφε η μια για την άλλη, οι σχέσεις Σερβίας Βουλγαρίας δέχονταν σημαντική αλλοίωση.

Εάν ο κύριος σκοπός, ο οποίος παρακίνησε τη Βουλγαρία να προσχωρήσει στη Βαλκανική συμμαχία ήταν να εξασφαλίσει τον έλεγχο της Μακεδονίας, σκοπός της Σερβικής προσχώρησης ήταν ο πόθος να αποκτήσει η Σερβία διέξοδο προς τη θάλασσα και να εξασφαλίσει λιμάνι στην Αδριατική.

Στην πραγματοποίηση όλων αυτών των οραμάτων βασίστηκαν όλες οι εθνικές Σερβικές ελπίδες. Από αυτήν την πραγματοποίηση θα προέκυπτε η λύτρωση των Σέρβων που βρίσκονταν κάτω από τον Αυστριακό ζυγό. Επίσης, θα απέτρεπε τη Σερβική εμπορική εξάρτηση από την Τουρκία και την Αυστρία.

Μετά τη νικηφόρα πορεία της Σερβίας στα Αλβανικά βουνά, η οποία αποτελούσε ένα από τα πλέον αξιοσημείωτα κατορθώματα του πολέμου, η Σερβική σημαία υψώθηκε στο Δυρράχιο. Αμέσως, τότε, η Αυστρία εναντιώθηκε και προέβαλε τις προτάσεις της περί ανεξάρτητης Αλβανίας.

Η Σερβοβουλγαρική συμμαχία δεν προέβλεπε ούτε δημιουργία Αλβανικού κράτους ούτε την κατάκτηση της Θράκης. Αναφερόταν απλώς στη Μακεδονία και στον Αυστριακό κίνδυνο.

Η Σερβία, λοιπόν, τότε είδε ότι, παρόλες τις μεγάλες θυσίες της, ήταν προορισμένη να μείνει η μόνη από τις σύμμαχες χώρες που θα έδρεπε ελάχιστους καρπούς.

Είδε, επίσης, ότι η Βουλγαρία θα επιτύγχανε αύξηση του εδάφους της και οι γείτονες της Βούλγαροι θα γίνονται ισχυρότεροι. Αυτό σήμαινε εθνική εκμηδένιση.

Η Βουλγαρία και η Ελλάδα της έφραζαν το δρόμο προς τη Θεσσαλονίκη.

Συνειδητοποίησαν οι Σέρβοι τα εξής:

1. Ότι, τη στιγμή κατά την οποία η Σερβία απειλήθηκε από την Αυστρία, η Βουλγαρία αδυνατούσε να παράσχει 200.000 άνδρες, τις οποίες ήταν υπόχρεη από τη Συνθήκη να παρατάξει.

2. Ότι, αντί 100.000 ανδρών η Βουλγαρία έστειλε μόνο 20.000 άνδρες για βοήθεια κατά των Τούρκων και ότι η μικρή αυτή δύναμη εγκατέλειψε εν τέλει τον Σερβικό στρατό μετά από τριήμερη πολεμική συμμετοχή και μετά στράφηκε ανεμπόδιστα στην πορεία προς τη Θεσσαλονίκη.

3. Ότι αντίστροφα, η Σερβία πρόσφερε βοήθεια στους Βούλγαρους (έξω από την Αδριανούπολη) 50.000 στρατού, αν και δεν ήταν υποχρεωμένη για κάτι τέτοιο από τη συνθήκη.

4. Ότι η Βουλγαρία αρνήθηκε να υπογράψει ειρήνη με την Τουρκία τον Δεκέμβριο του 1912 αποκλειστικά και μόνο χάριν του ιδίου της συμφέροντος. Έτσι, η Σερβία υποχρεώθηκε να διατηρήσει επί ποδός πολέμου 400.000 στρατού.

5. Ότι η Σερβία δάνεισε στη Βουλγαρία τα μεγάλα πολιορκητικά της τηλεβόλα, χωρίς τα οποία η κατάληψη της Αδριανούπολης θα ήταν αδύνατη.

Οι Σέρβοι γρήγορα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο το εθνικό τους γόητρο αλλά και οι ευθύνες τους απέναντι στη χώρα τους, τους επέβαλαν τη διατήρηση όλων εκείνων των εδαφών η κατάκτηση των οποίων τους στοίχισε ακριβά κατά τον Α΄ Βαλκανικό.

Θα ήταν απαράδεκτο να περικλειστούν ολόγυρα από την Αυστρία, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα.

Και ακόμη, επειδή στερούνταν θαλάσσια διέξοδο προς την Αδριατική, έπρεπε οπωσδήποτε να εξασφαλίσουν εδαφική γειτνίαση με τη Θεσσαλονίκη. Επομένως, η Σερβία δε ζητούσε πλέον την εφαρμογή, αλλά την αναθεώρηση της συμμαχικής Συνθήκης με τη Βουλγαρία λόγω των μεταβολών που επέφερε η εξέλιξη του πολέμου.

Στις συνεδριάσεις στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου ο πρίγκιπας Νικόλαος, στρατιωτικός διοικητής Θεσσαλονίκης είχε πεισθεί για ενδεχόμενους κινδύνους. Αντιλήφθηκε ότι και οι δύο χώρες, Ελλάδα και Σερβία, είχαν σοβαρές διαφορές με τη Βουλγαρία, ενώ μεταξύ τους δεν υπήρχαν άλλα σημεία διένεξης παρά μόνο κάποια ασήμαντα ζητήματα μεταξύ τους τα οποία θα μπορούσαν να εξομαλυνθούν με διπλωματική συνεννόηση. Αντιλήφθηκαν, επίσης, ότι οι δύο χώρες δε θα είχαν πιθανές αφορμές προστριβών στο μέλλον.

Ήταν προφανές πως η Ελληνική κατοχή της Θεσσαλονίκης θα παρείχε προνόμια και διευκολύνσεις στη Σερβία στο λιμάνι της πόλης, πράγμα που την αποζημίωνε για την απώλεια του Δυρραχίου.

Ο πρίγκιπας Νικόλαος και ο Βασιλιάς Γεώργιος είχαν την ιδέα ότι θα μπορούσε να υπογραφεί μια συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας με την οποία θα συμφωνούσαν να υποστηρίξουν τα δικαιώματα η μια της άλλης στο Μοναστήρι και στη Θεσσαλονίκη.

Στις 10/23 Ιανουαρίου 1913 ήρθε επίσημη είδηση περί επικείμενης επίσκεψης του Σέρβου Διαδόχου στη Θεσσαλονίκη.

Ο εξωτερικός σκοπός του ταξιδιού του πρίγκιπα Αλεξάνδρου περιοριζόταν σε επίσκεψή του στο Μοναστήρι. Η πραγματική του όμως αποστολή ήταν να εξακριβώσει εάν ήταν αληθινή ή όχι η φήμη που κυκλοφορούσε στο Βελιγράδι ότι δήθεν η Ελλάδα είχε έλθει σε συνεννόηση με τη Βουλγαρία: Η Ελλάδα θα κρατούσε τη Θεσσαλονίκη και ως αντάλλαγμα θα παρείχε βοήθεια στους Βούλγαρους, για να εκκενώσουν το Μοναστήρι από τους Σέρβους.

Ο Πρίγκιπας Νικόλαος καθησύχασε τον πρίγκιπα Αλέξανδρο, πείθοντάς τον πως όλα αυτά ήταν αδιανόητα και τότε του εξέθεσε σχέδιο για ελληνοσερβική συνεννόηση. Την ημέρα εκείνη τέθηκαν οι βάσεις για τη Συμμαχία Ελλάδας, Σερβίας και Μαυροβουνίου.

Κατά την εποχή αυτή οι Κυβερνήσεις δεν αναμείχθηκαν στις συνεννοήσεις των πριγκίπων.

Ο Πρίγκιπας Αλέξανδρος μετέβη στο Μοναστήρι, συνοδευόμενος από τον κ. Μποαλούχτσιτς, πρώην Γενικό Πρόξενο της Σερβίας στη Θεσσαλονίκη. Επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη, διακήρυξε ότι η Σερβία ήταν έτοιμη να κάνει ακόμα και πόλεμο κατά της Βουλγαρίας, προκειμένου να μην παραδώσει το Μοναστήρι.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος πολλές φορές αποπειράθηκε στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου να συζητήσει με τον Δρ. Ντάνεφ το ζήτημα της διανομής των κατακτημένων εδαφών ο οποίος όμως απέφευγε το θέμα όσο του ήταν δυνατόν.

Όταν ο Βενιζέλος του ανέπτυξε την άποψη ότι η Ελλάδα θα διεκδικούσε όλη την περιοχή που απλώνεται Ανατολικά του Νέστου, ο Ντάνεφ απάντησε ότι η Βουλγαρία, επιπρόσθετα, θα ζητούσε το Μοναστήρι, τα Βοδενά και την Καστοριά. Στη συνέχεια αρνήθηκε κάθε άλλη συζήτηση πάνω στο θέμα και τόνισε πως έπρεπε πρώτα να υπογραφεί ειρήνη με την Τουρκία και κατόπιν να συσταθεί Βαλκανική Ομοσπονδία η οποία θα αποφάσιζε για το μοίρασμα των νεοαποκτηθεισών περιοχών. Η Συνδιάσκεψη του Λονδίνου έληξε και οι πληρεξούσιοι γύρισαν άπρακτοι στις χώρες τους.

Ο Βενιζέλος προέβλεπε ότι η διάλυση της Βαλκανικής Συμμαχίας θα εξασθενούσε τόσο την Ελλάδα όσο και τα άλλα Βαλκανικά κράτη. Η Τουρκία είχε εκδιωχθεί από την Ευρώπη, αλλά η απειλή παρέμενε.

Ελλάδα και Σερβία οδηγήθηκαν σε νέα συνεννόηση. Αποφάσισαν ότι ο πόλεμος προς τη Βουλγαρία έπρεπε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο. Η ιδέα και μόνο ενός αδελφοκτόνου πολέμου μεταξύ πρώην συμμάχων ήταν αδιανόητη και ειδεχθής για αμφοτέρους και κυρίως για τον Βενιζέλο. Η Ελληνοσερβική συμμαχία ήταν καθαρώς αμυντικής φύσης.

Η συμμαχία Ελλήνων και Σέρβων τονώνεται: στις 22 Απριλίου / 5 Μαΐου 1913 υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη ένα πρωτόκολλο μεταξύ του Έλληνα υπουργού εξωτερικών, Κορομηλά και του Σέρβου, Μπόσκοβιτς, πρεσβευτή της Σερβίας στην Αθήνα.

Τα δύο κράτη αναλάμβαναν να αποκρούσουν από κοινού κάθε απόπειρα που θα εκδηλωνόταν από την πλευρά της Βουλγαρίας, για να αποσπάσει από αυτές εδάφη που με αίμα κατέκτησαν. Ήρθαν, επίσης και σε συνεννόηση για τον καθορισμό της Ελληνοσερβικής μεθορίου. Οι Σέρβοι παραιτήθηκαν από κάθε αξίωση για τη Φλώρινα και η Ελλάδα υποχώρησε στη Γευγελή. Συγκεκριμένα:

Την 1η / 14η Μαΐου είχε συναφθεί μια στρατιωτική σύμβαση Ελλάδος και Σερβίας στη Θεσσαλονίκη που έφερε αντίστοιχες υπογραφές του Ι. Μεταξά και του Πέσιτς. Ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκή για την Ελλάδα, εφόσον πουθενά δεν προβλεπόταν ανάμειξή της σε ενδεχόμενο Σερβοαυστριακό πόλεμο. Βέβαια, λίγο αργότερα η κυβέρνηση του Βελιγραδίου αντιλήφθηκε το σφάλμα της και αρνήθηκε να επικυρώσει τη σύμβαση αυτή.

Η επίθεση όμως των Βουλγάρων στο Παγγαίο δεν άφηνε περιθώρια για δισταγμούς στην Ελλάδα. Έτσι, μετά από κάποιες αμφιταλαντεύσεις και αφού έγινε συνειδητός ο κίνδυνος που διέτρεχε η Θεσσαλονίκη από τους Βουλγάρους που προετοιμάζονταν πυρετωδώς για σύρραξη, στις 19 Μαΐου / 1 Ιουνίου 1913 υπογράφεται συνθήκη συμμαχίας μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας στην έπαυλη του πρίγκιπα Νικολάου της Ελλάδος. Από Ελληνικής πλευράς είχε υπογραφή του Ιωάννη Αλεξανδρόπουλου κι από Σερβικής του Ματία Μπόσκοβιτς. Υπογράφηκε, επίσης, νέα στρατιωτική σύμβαση από τους Ξενοφώντα Στρατηγό, Πέταρ Πέσιτς και Ντούσαν Τούφετζιτς.

Στη σύμβαση αυτή και συγκεκριμένα στα άρθρα 1 και 2 αναφερόταν ότι η Ελλάδα θα παρέτασσε υποχρεωτικά δύναμη 90.000 ανδρών στην περιοχή μεταξύ Παγγαίου και Θεσσαλονίκης και Γουμένισσας σε περίπτωση επίθεσης των Βουλγάρων εναντίον Ελλήνων και Σέρβων.

Εάν κάποια από τις δύο σύμμαχες χώρες δεχόταν συντονισμένη επίθεση από τη Βουλγαρία και κάποια εξωβαλκανική χώρα, τότε θα έπρεπε αμέσως η άλλη να προσβάλει τη Βουλγαρία.

Τα σύνορα Ελλάδας και Σερβίας ανατολικά του Αξιού ορίζονταν βόρεια από την Ειδομένη (Σέχοβο), νότια από την πόλη της Δοϊράνης κατά μήκος της κορυφογραμμής του όρους Μπέλες. Στη συνθήκη συμμαχίας και στο άρθρο 4 καθορίζονταν και τα μελλοντικά σύνορα της Ελλάδος και της Βουλγαρίας.

Προβλεπόταν: Η συνοριακή γραμμή με τη Βουλγαρία θα αφήνει στην Ελλάδα τα εδάφη απέναντι από τη Γευγελή και το Δεβίδοβο μέχρι το όρος Μπέλες και τη λίμνη Δοϊράνη. Στη συνέχεια η γραμμή θα διέρχεται προς το νότο, προς το Κιλκίς, και θα κατευθύνεται δια της λίμνης του Αχινού (Ταχινού) και του ποταμού Αγγίτη προς τη θάλασσα, λίγο πιο Ανατολικά από τον κόλπο Ελευθερών.

Τόσο η Ελληνοσερβική συνθήκη όσο και η Ελληνοσερβική στρατιωτική σύμβαση κρατήθηκαν μυστικές. Η Βουλγαρία, ωστόσο, σύντομα πληροφορήθηκε τη συμμαχία. Ο Φερδινάνδος ήταν αποφασισμένος να επιτεθεί σε Σέρβους και Έλληνες. Τους Σέρβους τους θεωρούσε στρατιωτικά κατώτερους. Εντελώς υποδεέστερο θεωρούσε τον Ελληνικό στράτευμα και ήταν σίγουρος για τη νίκη του.

ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ (Ελλήνων . Μαυροβουνίων . Σέρβων) ΚΑΙ

ΤΩΝ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ

ΣΥΜΜΑΧΟΙ

Σερβία

Οι Σέρβοι παρέταξαν στον πόλεμο 260.000 πεζούς (10 Μεραρχίες και 1 Μεραρχία Μαυροβουνίων), 3.000 ιππείς και 500 πυροβόλα. αρχηγός του σερβικού στρατού ήταν ο βασιλιάς Πέτρος με επιτελάρχη τον Βοεβόδα Πούτνικ.

Ελλάδα

Ο Ελληνικός στρατός αριθμούσε 100.000 πεζούς (8 Μεραρχίες), 1.000 ιππείς και 180 πυροβόλα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο πλευρό των Σέρβων και των Ελλήνων πολέμησε και μία μεραρχία του Μαυροβουνίου.

Αρχιστράτηγος ήταν ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος.

Γενικός Επιτελάρχης ο Συνταγματάρχης Δούσμανης.

Οι Διοικητές των Μεραρχιών καθώς και οι θέσεις που κατέλαβαν με την έναρξη των επιχειρήσεων στο Β΄ Βαλκανικό:

• Η 1η Μεραρχία βρισκόταν στην περιοχή Βερτίσκος, Λαχανά υπό τον Υποστράτηγο Εμ. Μανουσογιαννάκη.

• Η 2η Μεραρχία κατείχε την περιοχή Λητή και Μάνδρες υπό τον Υποστράτηγο Κων. Καλλάρη.

• Η 3η Μεραρχία ήταν τοποθετημένη στην περιοχή Κιλκίς υπό τον Υποστράτηγο Κων. Δαμιανό.

• Η 4η Μεραρχία βρισκόταν στην περιοχή Γαλλικού με Κολχίς υπό τον Υποστράτηγο Κων. Μοσχόπουλο.

• Η 5η Μεραρχία δρούσε στην περιοχή Κιλκίς υπό τον Υποστράτηγο Στεφ. Γεννάδη.

• Η 6η Μεραρχία βρισκόταν στην περιοχή Λαχανά υπό τον Υποστράτηγο Νικ. Δελαγραμμάτικα.

• Η 7η Μεραρχία κινήθηκε στην περιοχή Κερδύλλια με Δάφνη υπό τον Υποστράτηγο Ναπολ. Σωτίλη.

• Η 10η Μεραρχία ήταν τοποθετημένη στην περιοχή Πλατάνι με λίμνη Αρτζάν υπό τον Συνταγματάρχη Λέοντα Παρασκευόπουλο.

Επίσης, υπήρχε και μία Ταξιαρχία ιππικού που βρισκόταν στην περιοχή Κιλκίς υπό τον επίλαρχο Επαμ. Ζυμπρακάκη.

ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ

Οι Βούλγαροι αντιπαράταξαν 15 Μεραρχίες, 350.000 πεζούς, 5.000 ιππείς και 720 πυροβόλα.

Ο Βουλγαρικός στρατός είχε ταχθεί υπό την αρχιστρατηγία του Βασιλέως Φερδινάνδου με βοηθό τον στρατηγό, Μιχαήλ Σαβώφ (ως 21 Ιουνίου 1913). Εν συνεχεία ανέλαβε ο στρατηγός, Ράντκο Δητρητρίεφ. Αυτοί ήταν και οι πραγματικοί αρχιστράτηγοι με γενικό Επιτελάρχη τον στρατηγό Φίτσεφ.

Με την έναρξη του πολέμου:

• Η 2η Βουλγαρική στρατιά ήταν υπό τις διαταγές του Ιβάνωφ.

• Η 3η Μεραρχία μειωμένη κατά μία ταξιαρχία, υπό τις διαταγές του Υποστρατήγου Σαράφωφ, ήταν παρατεταγμένη στο Κιλκίς και στο Πολύκαστρο.

• Η 1/Χ Ταξιαρχία υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη Πέτεφ ήταν τοποθετημένη στην περιοχή Λαχανά με Ξυλόπολης.

• Το 10ο Σύνταγμα ιππικού βρισκόταν στην περιοχή Λαχανά με Ξυλόπολης

• Μια ανεξάρτητη ταξιαρχία υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Πετρώφ ήταν υπεύθυνη για την περιοχή του Στρυμονικού.

Αργότερα, αυξήθηκε η δύναμη του Βουλγαρικού στρατού, αφού εκτός της εκγύμνασης πολλών νεοτέρων κλάσεων κλήθηκαν και πολλές κλάσεις εθνοφρουράς από τις οποίες δημιουργήθηκαν 4 νέες Μεραρχίες: η 12η, η 13η, η 14η και η 15η. Η συνολική δύναμη του Βουλγαρικού στρατού ήταν περίπου 576.878 άνδρες. Διέθετε, επίσης, 1.116 πυροβόλα. Ο Βουλγαρικός στρατός υπερείχε συντριπτικά της συμμαχίας Ελλήνων και Σερβών (κατά τον Β΄ Βαλκανικό) τόσο σε άνδρες όσο και σε πυροβολικό.

***

Το «μυστικό» της Ελληνοσερβικής συμμαχίας τηρήθηκε αρκετά καλά.

Οι Βούλγαροι γύρω στα τέλη του πρώτου δεκαημέρου του Ιουνίου είχαν αντιληφθεί ότι γρήγορα θα βρίσκονταν στην ανάγκη να αντιμετωπίσουν τις ενωμένες δυνάμεις των δύο πρώην συμμάχων τους.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ

Η κατάσταση η οποία επικρατούσε στη Βαλκανική χερσόνησο τον Ιούνιο του 1913 ήταν η εξής: Η Βουλγαρία αισθανόταν ισχυρότερη από τις γειτονικές της χώρες και φιλοδοξούσε να αποκαταστήσει την παλαιά Βουλγαρική αυτοκρατορία την οποία είχαν ιδρύσει ο Βόρης και ο Συμεών.

Ήθελε αυτή τη στιγμή να επεκτείνει τα σύνορά της νότια του Αλιάκμονα και δυτικά των συνόρων της Αλβανίας και να κατορθώσει να απωθήσει τους Έλληνες ακόμη νοτιότερα, να ανοίξει διέξοδο προς την Αδριατική, εξασθενώντας τη Σερβία και να δημιουργήσει την πολυπόθητη «Αυτοκρατορία των τεσσάρων θαλασσών».

Οι Έλληνες όμως αντιλαμβάνονταν ότι μια τέτοια πανίσχυρη Βουλγαρία θα επιζητούσε να εκβουλγαρίσει του Έλληνες και θα εμπόδιζε δια παντός τον δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία.

Οι Σέρβοι όπως είδαμε αντιλήφθηκαν ότι τα γεγονότα τους απειλούσαν να εγκλωβισθούν ανάμεσα σε μια υπέροπλη Αυστρία και μια ισχυρή Βουλγαρία. Αυτό θα τους περιόριζε την εθνική επέκταση, καταστρέφοντας κάθε ελπίδα ελεύθερης και ανεμπόδιστης εσωτερικής ανάπτυξης. Και οι τρεις χώρες είχαν απώλεια μεγάλου μέρους του ανδρικού τους πληθυσμού λόγω του προηγούμενου πολέμου και ήταν υπερχρεωμένες, εξαιτίας του πολέμου τους με την Τουρκία.

Και ενώ ένας δεύτερος πόλεμος για τους περισσότερους ήταν αναπόφευκτος, από την άλλη εκδήλωναν μια γενική επιθυμία να αποτραπεί μια τέτοια σύγκρουση και να επέλθει συμβιβασμός, έστω και προσωρινός. Η Ελλάδα και η Σερβία παρόλα αυτά δεν ήταν διατεθειμένες να δεχθούν την ειρήνη με οποιουσδήποτε όρους.

Η έλλειψη κάθε προσυμφωνίας μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας και η περιφρόνηση από πλευράς των Βουλγάρων της αξίας των Σέρβων οδήγησαν την Βουλγαρία να προχωρήσει με ένοπλη βία σε συγκατοχή των αμφισβητούμενων εδαφών.

Η μεθοριακή γραμμή που καθορίσθηκε από την Ελληνοσερβική συνθήκη θα μπορούσε αναμφίβολα να μεταβληθεί και θα δεχόταν τροποποίηση εν τέλει, εάν πραγματοποιείτο η Συνεδρίαση της Πετρούπολης.

Στις 18 / 31 Μαΐου 1913 ο Ελ. Βενιζέλος παρέστη σε δοξολογία που εψάλη για την ονομαστική γιορτή του βασιλιά της Βουλγαρίας, Φερδινάνδου.

Στις 21 Μαΐου / 3 Ιουνίου 1913 στις εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη για τον εορτασμό της ονομαστικής εορτής του βασιλέως των Ελλήνων, Κωνσταντίνου, συμμετείχαν εθιμοτυπικά και Βούλγαροι αξιωματικοί. Ο Δούσμανης και ο Ιβανώφ (αρχιστράτηγος των Βουλγάρων) υπέγραψαν, μάλιστα, συμφωνία για τον καθορισμό μιας ουδέτερης ζώνης ανάμεσα στις ελληνοβουλγαρικές δυνάμεις. Τα γεγονότα απέδειξαν πως όλες αυτές οι κινήσεις έγιναν απλώς για να κρατηθούν τα προσχήματα.

Τον Ιούνιο του 1913 οι Βούλγαροι μετακινούν στρατεύματά τους από την Τσατάλτζα της Ανατολικής Θράκης προς τη Μακεδονία. Όλα έδειχναν πως μια σύγκρουση Βουλγαρίας Ελλάδος δε θα αργούσε να ξεσπάσει.

Στο μεταξύ άρχισαν οι στρατιωτικές προετοιμασίες και τα Ελληνοσερβικά στρατεύματα κινούνταν με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη συγκέντρωση του Βουλγαρικού στρατού. Τα «εθνικιστικά» στοιχεία του Σερβικού και του Ελληνικού στρατού γόγγυζαν για την παρατηρούμενη βραδύτητα και καταδίκαζαν αυτήν την τακτική η οποία έδινε χρόνο στους Βουλγάρους να συγκεντρώσουν στρατό από την Τσατάλτζα. Οι πολιτικοί άνδρες προσπαθούσαν να επιτύχουν ειρηνική διευθέτηση της κατάστασης. Υπήρχε η φήμη, η οποία αποδειχθεί αληθινή, ότι οι τέσσερεις Πρωθυπουργοί θα συναντιόνταν στην Πετρούπολη για διευθέτηση των διαφορών τους.

Στις 5 / 18 Ιουνίου 1913 ο Ρουμάνος πρέσβης στη Σόφια, Δ. Γκίκα, ενημέρωνε τον Βούλγαρο Ντάνεφ για τη στάση που επρόκειτο να κρατήσει η Ρουμανική κυβέρνηση. Ρητά ειπώθηκε πως: «Σε περίπτωση πολέμου μεταξύ των Συμμάχων η Ρουμανία θα κηρύξει επιστράτευση και θα εισέλθει στον πόλεμο, για να προστατέψει τα συμφέροντά της.» Η Ρουμανία με αυτόν τον τρόπο έκανε σαφές στη Βουλγαρία πως ενδιαφερόταν να μη χάσει τα εδάφη της Νότιας Δόβρουτσας.

***

Στις 14 / 27 Ιουνίου ο Ντάνεφ προσκλήθηκε από τη Ρωσία για τελευταία φορά να παρευρεθεί στην Πετρούπολη όπου θα παρίσταντο και οι υπόλοιποι Σύμμαχοι, προκειμένου να επιτευχθεί μια διαιτησία ανάμεσά τους που θα απέτρεπε τον πόλεμο.

***

Ενώ ο Ντάνεφ είχε αναχωρήσει για την Πετρούπολη στις 16 / 29 Ιουνίου 1913, οι δυνάμεις των Βουλγάρων επιτίθενται συντονισμένα τόσο κατά των Ελληνικών αποσπασμάτων στις περιοχές του Παγγαίου όρους και της Νιγρίτας όσο και εναντίον των Σερβικών δυνάμεων στη γραμμή Ιστίπ Κοτσάνι και συγκεκριμένα στην περιοχή του παραποτάμου του Αξιού, Μπρεγκαλνίτσα.

Επίσης, επιτίθενται στη Γευγελή και την καταλαμβάνουν.

Η επίθεση αυτή δε χαρακτηρίστηκε από τη Βουλγαρία επίσημα ως κήρυξη πολέμου, παρόλο που είχε την έγκριση του Βασιλιά και του Σαβώφ (ο Ντάνεφ δεν ήταν ενήμερος) Ο Φερδινάνδος δεν εξέδωσε μανιφέστο.

Αναλυτικά:

Τη στιγμή που η Ρωσική διπλωματία ένιωθε υπερήφανη για την προετοιμασία συνδιασκέψεως των τεσσάρων πρωθυπουργών της Βαλκανικής στην Πετρούπολη και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ήταν πεπεισμένοι, πλέον, ότι κάθε κίνδυνος μεταξύ των συμμάχων εξέλιπε, οι Βούλγαροι το απόγευμα της 16ης / 29ης Ιουνίου 1913 αιφνιδιαστικά επιτέθηκαν. Κατέβαλαν τις Ελληνικές προφυλακές στις Ελευθερές και στην Πραβίστη και τις ανάγκασαν να παραδοθούν. Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της επομένης προσέβαλαν και τις θέσεις των Σέρβων στους ποταμούς Μπρεγκαλνίτσα και Σλετόφσια καθώς και στη Γευγελή. Έκαναν, δηλαδή, ταυτόχρονη επίθεση σε όλο το μέτωπο το οποίο κατείχαν οι Σύμμαχοι (Έλληνες και Σέρβοι).

Η Γευγελή που ήταν το σημείο επαφής μεταξύ Ελλήνων και Σέρβων κατεχόταν από κάποιους λόχους Σέρβων εθνοφρουρών. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ηλικιωμένοι και οπλισμένοι με απαρχαιωμένου τύπου όπλα. Γρήγορα η Γευγελή έπεσε και οι Βούλγαροι, αφού απέκοψαν κάθε συγκοινωνία μεταξύ των συμμαχικών στρατευμάτων, έλαβαν υπό την κατοχή τους τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής σε έκταση αρκετών χιλιομέτρων.

Κατά την πρώτη στρατιωτική συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας, η Γευγελή θεωρήθηκε ως θέση μεγάλης στρατιωτικής σπουδαιότητας την οποία θα υπεράσπιζε μια Σερβική μεραρχία υπό τη διοίκηση του Έλληνα Αντιστρατήγου. Νεότερες σκέψεις οδήγησαν σε νέα κατανομή των δύο στρατευμάτων.

Η Βουλγαρική επίθεση έθιξε με τέτοιο τρόπο την Ελληνοσερβική συνθήκη, ώστε να θέσει ταυτόχρονα σε κίνηση τους δύο συμμάχους στρατούς των Ελλήνων και των Σέρβων.

Μολονότι δεν αποτελεί σύνηθες φαινόμενο να δίνει ένα κράτος γραπτά στοιχεία της προδοσίας του, όμως η Βουλγαρία, εξαιτίας όμως των εσωτερικών συγκρούσεων και για λόγους πολιτικής εμπάθειας και κομματικοποίησης όσο και για λόγους προσωπικών αντιζηλιών η Βουλγαρία κατηγορούσε τον εαυτό της για εγκλήματα. Οι αλληλοκατηγορίες ήταν παιδαριώδεις. Ο στρατηγός Ιβάνωφ, που τον νίκησαν οι Έλληνες, ζητούσε να επιρρίψει την ευθύνη των ατυχιών του στους ώμους του Αρχιστρατήγου του. Εκείνος εκνευρισμένος για τις κατηγορίες που του καταλογίζονταν, δημοσίευσε στην εφημερίδα «Μιρ» της Σόφιας τις διαταγές που είχαν δοθεί για τη Βουλγαρική επίθεση στις 16 και 17 (29/30) Ιουνίου 1913. Από αυτό καταδεικνύεται ότι η επίθεση δεν ήταν αποτέλεσμα αιφνίδιας έμπνευσης, αλλά οφειλόταν σε μελετημένη και σταθερή απόφαση ένοπλης κατάληψης του αμφισβητούμενου εδάφους.

Οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις που ανέλαβε η Κυβέρνηση της Βουλγαρίας και που σκόπευαν δήθεν σε αποδοχή της διαιτησίας δεν είχαν κανέναν άλλο σκοπό παρά την παραπλάνηση τόσο της Ελλάδας και της Σερβίας όσο και των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων μέχρις ότου θα ολοκληρωνόταν η νέα συγκέντρωση του βουλγαρικού στρατού.

Στις 4/17 Ιουνίου 1913 ο στρατηγός Κοβατσέφ που διοικούσε την 4η Βουλγαρική στρατιά εξέδωσε προς τα στρατεύματά του την επόμενη, υπ. αριθμ. 29 διαταγή:

«Εντός εξ ή επτά ημερών το πολύ και το τελευταίον απόσπασμα του στρατού θα φθάσει εις το μέτωπον της συγκεντρώσεώς μας και τότε η τύχη των σχέσεών μας προς τους γείτονας και εισέτι συμμάχους θα κανονισθεί οριστικώς.

Είνε ζήτημα άκρας σπουδαιότητος εις την υπόθεσιν αυτήν να ληφθή παν μέτρον, όπερ θα καταστήση εις ημάς δυνατόν να κρατήσωμεν εις το ύψος του το ηθικόν του στρατού μας, συνιστώντες εις τους αξιωματικούς να κάνουν διαλέξεις προς τους άνδρας περί των αιτιών, τα οποία μας εξηνάγκασαν, ευθύς μετά την υπογραφήν της ειρήνης, και αντί να μεταβώμεν εις τας εστίας μας όπως στραφώμεν κατά του νέου τούτου κακοπίστου και άτιμου εχθρού………………..

Οι άνδρες μας πρέπει να μάθουν ότι οι Έλληνες και οι Σέρβοι στρατιώται, οι οποίοι είνε τόσο γενναίοι όταν έχουν απέναντί των αόπλους πληθυσμούς, είνε απλώς άναδροι, εις τους οποίους και μόνη η εμφανησίς μας εμπνέει τρόμον. Μόλις έφθασε το πρώτον μας απόσπασμα το ηθικόν των κατέπεσε. Σήμερον εξέλιπε καθ’ ολοκληρίαν. Το γεγονός αυτό πιστοποιείται υπό του μεγάλου αριθμού λιποτακτών οι οποίοι, εγκαταλείποντες τας Σερβικάς και τας Ελληνικάς γραμμάς, προσέρχονται καθ’ εκάστην προς ημάς και διακηρύσσουν ότι οι σύντροφοί των είνε αποφασισμένοι να καταθέσουν τα όπλα μόλις γίνη έναρξις των εχθροπραξιών.

Επαναλαμβάνω και πάλιν ότι η διατήρησις του στρατιωτικού πνεύματος εις τον ύψιστον βαθμόν της εντάσεώς του είνε μεγίστης σπουδαιότητος, δια να δυνηθώμεν τοιουτοτρόπως να διευθετήσωμεν καλώς και ταχέως την κρίσιν ταύτην, η οποία μας επεβλήθη υπό των συμμάχων μας.»

Η Βουλγαρική κυβέρνηση, επομένως έπαιζε διπλό ρόλο.

Τη στιγμή που τάχα εξέφραζε θερμό πόθο για φιλική διευθέτηση των διαφορών της προς τους συμμάχους της Σέρβους και Έλληνες, οι στρατιωτικοί αρχηγοί της εκπονούσαν σχέδιο εκστρατείας εναντίον τους.

Ακριβώς το χρόνο κατά τον οποίο το Γραφείο Τύπου της Κυβέρνησης της Σόφιας ανήγγειλε τη μετάβαση του Δρ. Ντάνεφ στην Πετρούπολη, το Βουλγαρικό Αρχηγείο συνέτασσε την ακόλουθη διαταγή εκ μέρους του στρατηγού Σαβώφ προς την 4η στρατιά: (από τη Σόφια 17/30 Ιουνίου ώρα 3:55 μ.μ.)

«Προς τον Διοικητήν της 4ης Στρατιάς Ραδοβίστη.

Συμφώνως τη υπ’ αριθ. 24 διαταγή, παρήγγειλα εις την 4ην στρατιάν να εξακολουθήση ενεργούσα επιθετικώς η δε 2α στρατιά (του Ιβάνωφ), αφού συμπληρώση τας επιχειρήσεις προς το Τσάγεζι, να αρχίση αμέσως συγκεντρουμένη επί της υποδειχθείσης γραμμής προς επίθεσιν κατά της Θεσσαλονίκης.

Οι διοικηταί του στρατού πρέπει να λάβωσιν υπ’ όψιν ότι η επίθεσίς μας κατά των Σέρβων και των Ελλήνων θα γίνει άνευ κηρύξεως πολέμου και ότι η τοιαύτη ενέργειά μας υπαγορεύεται υπό των εξής:

«…. Είνε ανάγκη να φέρωμεν την Ρωσσικήν πολιτικήν αντιμέτωπον προς τον κίνδυνον πολέμου μεταξύ των συμμάχων και να την υποχρεώσωμεν να επισπεύση την λύσιν του ζητήματος αντί να την παρελείψη.

• Διά της βιαίας επιθέσεώς μας κατά των Συμμάχων να τους καταστήσωμεν πλέον συνδιαλλακτικούς.

• Επειδή έχομεν αξιώσεις επί του εδάφους το οποίον επί του παρόντος κατέχουν οι σύμμαχοί μας, πρέπει να προσπαθήσωμεν να αρπάσωμεν δι’ ενόπλου δυνάμεως, προτού αι Ευρωπαϊκαί Δυνάμεις επεμβούν όπως ανακόψουν πάσαν στρατιωτικήν επιχείρησιν. … …

Η 4η στρατιά θα προσπαθήση να καταλάβη πάση θυσία το Μπέλες όσο το δυνατόν συντομώτερον. Το τοιούτον θα έχη μεγάλην πολιτικήν σημασίαν. … …

Η 2η στρατιά, όταν έχη συμπληρώσει την συγκέντρωσίν της, θα λάβη – εάν αι επιχειρήσεις της 4ης στρατιάς το επιτρέψουν – την διαταγήν να επιτεθή κατά της Θεσσαλονίκης. Εν τοιαύτη περιπτώσει θα ενισχυθεί και υπό δύο ή τριών ταξιαρχιών.

Εάν η σιδηροδρομική γραμμή των τμημάτων Κριβολάκ, Γευγελής κατέχεται υπό του στρατού μας, η γέφυρα πρέπει να φρουρήται υπό ισχυρών αποσπασμάτων. Δια του τρόπου τούτου θα εξασφαλίσωμεν εις εαυτούς την κατοχήν των δύο οχθών του Αξιού.»

Επίσης, ο διοικητής της 2ας ταξιαρχίας της 4ης Βουλγαρικής μεραρχίας ανάμεσα στα άλλα γράφει:

«(16/29 Ιουνίου 1913 ώρα 8π.μ.)

1. Αι στρατιωτικαί επιχειρήσεις μεταξύ Σέρβων και Βουλγάρων αρχίζουν από αύριον.

2. Αύριον την 17/30 6ου ώρα 3 π.μ. ο στρατός θα προσβάλη τον εχθρόν.

3. Τμήμα και των δύο σωμάτων του στρατού θα προσχωρήσουν εις Ζλέτοβον αύριο πρωί εις τας 3 π.μ. και προελαύνοντα εν σιγή, θα καταστρέψουν τας προφυλακάς του εχθρού! Ακολούθως, θα προχωρήσουν ενεργώς εις την εκτέλεση του σκοπού των οίος έχει διαγραφή. Ο εχθρός πρέπει να προσληφθεί αιφνιδιαστικώς.»

Επρόκειτο, επομένως, για μια ύπουλη αιφνιδιαστική και μυστική επίθεση.

«Να σφάξης κοιμωμένους ανύποπτους στρατιώτες με τους οποίους πριν από λίγο έπαιζες χαρτιά και κάπνιζες μαζί τους αποτελεί πράγματι έγκλημα από το οποίο οι πολιτισμένοι λαοί θα απέστρεφαν μετά φρίκης το πρόσωπο …..»

Και ενώ επιτέθηκαν οι Βούλγαροι, όταν διαπίστωσαν ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι, όπως τα περίμεναν, και διαπίστωσαν ότι το ηθικό του Σερβικού και του Ελληνικού στρατού δε βρισκόταν στην κατάπτωση που υπεροπτικά οι ίδιοι υπέθεταν, τότε με εξαιρετικό θράσος στις 18 Ιουνίου / 1 Ιουλίου 1913 επέδωσαν διακοίνωση στις Μεγάλες Δυνάμεις, διαμαρτυρόμενοι ότι δέχθηκαν Ελληνοσερβική επίθεση! Τελικά, ο Σαβώφ διέταξε τα Βουλγαρικά στρατεύματα να παύψουν τις εχθροπραξίες.

Η εσκεμμένη παραποίηση των γεγονότων από την πλευρά των Βουλγάρων θριάμβευσε μόνο για ένα εικοσιτετράωρο. Μέχρις ότου, δηλ., η Ελληνική και η Σερβική Κυβέρνηση υπέβαλαν τις δικές τους εκθέσεις σχετικά με τη Βουλγαρική επιδρομή.

Η Ελληνική Διακοίνωση της 18/1 Ιουλίου 1913 είχε ως εξής:

«Χθές μεταξύ 7ης και 8ης ώρας μ.μ. οι Βούλγαροι επετέθησαν κατά των στρατευμάτων μας εν Ελευθεραίς και Μωσθένι. Περί την 11 μ.μ. προσεβλήθη και το εν Πραβίστα απόσπασμά μας.

Σήμερον, ώρα 1 π.μ., ηκούσθησαν κανονιοβολισμοί βορείως της Βογδανίτσας. Τρία Βουλγαρικά συντάγματα εκ Δοϊράνης προσέβαλαν τας προφυλακάς μας επί της αριστεράς όχθης του Αξιού, προς το Μακούκοβον.

Το Βουλγαρικό πυροβολικό βάλλει κατά των Σερβικών χαρακωμάτων επί της δεξιάς όχθης. Βουλγαρικά στρατεύματα προτού διαβώσι τον Αξιόν προσέβαλον και κατέλαβον την Γευγελήν.

Εις τας 7:45 π.μ. σύνταγμα Βουλγάρων προσέβαλε τους προφυλακάς μας εν Νιγρίτα. Εις τας 8:30 π.μ. ο Βουλγαρικός στρατός προυχώρησεν από Αρδζάν προς την Μπάλτσαν. Συνεπεία περικυκλώσεως λόχου τινός Ελληνικών στρατευμάτων εν Ελευθεραίς, το αρχηγείον εζήτησε παρά του Ναυάρχου την αποστολήν ενός θωρηκτού προς απολύτρωσίν των.»

Ο Κυβερνήτης του αντιτορπιλικού «Λέων» τηλεγραφεί ότι: «εν ω εξετέλει αναγνώρισεις πλησίον των Ελευθερών είδε τα περίχωρα κατειλημμένα υπό Βουλγάρων στρατιωτών, οι οποίοι και έβαλαν κατ’ αυτού δια πυροβόλων Μαξίμ». Το «Λέων» αντιδρώντας με τα πυρά του έτρεψε τους Βουλγάρους σε φυγή.

Ο Βουλγαρικός στρατός παραβίασε το Πρωτόκολλο της Θεσσαλονίκης (8ης / 21ης Μαΐου) και εισήλθε σε έδαφος που κατείχε ο Ελληνικός στρατός. Ήταν αναπόφευκτο, επομένως να διαταχθεί ο Ελληνικός στρατός να επελάσει εναντίον των Βουλγαρικών δυνάμεων και να υπερασπισθεί τα κεκτημένα του.

***

Ταυτόχρονα και η Σερβική κυβέρνηση δημοσίευσε την επομένη Διακοίνωση την οποία ο διπλωματικός της αντιπρόσωπος επέδωσε στη Σόφια προς τη Βουλγαρική κυβέρνηση.

Οι Σέρβοι διαμαρτύρονται για την αιφνιδιαστική και αδικαιολόγητη επίθεση των Βουλγάρων στις Σερβικές προφυλακές. Κλείνουν τη διακοίνωση ως εξής:

«Ευρεθείσα απέναντι τοιούτων απροσδοκήτων και αξιοθρηνήτων γεγονότων, η Σερβική Κυβέρνησις διακόπτει από σήμερον πάσαν αυτής επικοινωνίαν προς την Βουλγαρίαν, ανακαλούσα δε τον παρά τη Αυλή της Α. Μ. του Βασιλέως Φερδινάνδου διπλωματικόν αντιπρόσωπόν της αναθέτει την προστασίαν των συμφερόντων της, καθώς και των συμφερόντων πάντων των Σέρβων υπηκόων, εις τον αντιπρόσωπον της Α. Μεγαλειότητος του Αυτοκράτορος πασών των Ρώσων.»

Η ευθύνη, λοιπόν, για την έναρξη του άγριου αυτού πολέμου ο οποίος προκάλεσε αιματηρή θυσία 40.000 ανδρών βαρύνει τον Βούλγαρο Βασιλιά Φερδινάνδο.

Βαλκανική Κρίση 1875 έως 1878, Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος, Προπαρασκευ, Εθελοντές, Ιατρική Περίθαλψη, Υπογραφή Βαλκανικού Συμφώνου

Κατάληψη Ελασσόνας, Δεσκάτης, Η Μάχη του Σαραντάπορου, Απελευθέρωση Σερβίων, Κοζάνης, Απελευθέρωση Γρεβενών, Δεσκάτης, Απελευθέρωση Λιτοχώρου, Κατερίνης, Απελευθέρωση Βέροιας, Απελευθέρωση Έδεσσας, Κατάληψη Αμυνταίου, Η Μάχη των Γιαννιτσών, Απελευθέρωση Θεσσαλονίκης, Απελευθέρωση Χαλκιδικής, Αγίου Όρους, Η Μάχη του Ναλμπάκιοϊ, Απελευθέρωση Φλώρινας, Αμυνταίου, Πτολεμαΐδος, Επιχειρήσεις του Βουλγαρικού και Σερβικού στρατού

Ελληνικός στόλος, Κατάληψη της Λήμνου, Βύθιση του Φετίχ Μπουλέν, Κατάληψη Θάσου, Ίμβρου, Αϊ Στράτη, Σαμοθράκης, Ψαρών, Τενέδου, Ναυμαχία Έλλης, Απελευθέρωση Μυτιλήνης, Απελευθέρωση Χίου, Ναυμαχία Λήμνου, Απελευθέρωση Σάμου, Δράση Μοίρας Ιονίου, Αξιωματικοί του Ναυτικού, Θωρηκτό Αβέρωφ

Στρατιά 'Ηπειρου, Κατάληψη Πρέβεζας, Πέντε Πηγαδιών, Η πορεία προς τα Ιωάννινα, Απελευθέρωση Ιωαννίνων, Οι τελευταίες ημέρες του βασιλέως Γεωργίου, Αεροπορία, Γεγονότα πριν το τέλος του Α΄Βαλκανικού

Αυτόνομη Βόρεια Ήπειρος

Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος, Η Μάχη της Θεσσαλονίκης, Η Μάχη Κιλκίς, Λαχανά, Η κατάληψη της Δοϊράνης, Απελευθέρωση Σερρών, Δράμας, Δοξάτου, Ξάνθης, Κομοτηνής, Απελευθέρωση Καβάλας, Συνθήκη Βουκουρεστίου

Απελευθέρωση Κρήτης

Μετάλλια της Εποχής 1912 και 1913, Εξώφυλλα τετραδίων της Εποχής 1912 και 1913, Ημερήσιος τύπος 1912 και 1913, Αλληλογραφραφία από το μέτωπο, Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄, Ελευθέριος Βενιζέλος, Παύλος Κουντουριώτη

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ (Balkan Wars 1912 . 1913) ανήκει στην Οικογένεια Ποταμιάνου Ε.Κ.Α. (Ηπειρωτική).

Συναποτελείται από συλλογές, που αφορούν την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, του Μανουσάκη και άλλων.

Η Έρευνα, η Συγγραφή και η Επιμέλεια της ύλης πραγματοποιήθηκαν από την Αργυρή Κ. Μπαξεβάνου, Φιλόλογο και Συγγραφέα.

Υπεύθυνη Σχεδιασμού και Διαχείρισης ιστοσελίδος Ειρήνη Μαρία Β. Ταμπάκη, φοιτήτρια Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών Π.Ε.

Ευγενική υποστήριξη Βασίλειος Α. Ταμπάκης, Δρ. Δασολογίας

Το υλικό στην πρωτογενή του μορφή εκτίθεται στην Ιερά Μονή Ευαγγελισμού, Σκιάθου.