ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

BALKAN WARS 1912

.

1913

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ . ΜΕΛΑΣ . ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ . ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ . ΚΩΤΤΑΣ . ΚΑΛΑΠΟΘΑΚΗΣ . ΚΑΟΥΔΗΣ

Στη Λάρισα, περίπου μια εβδομάδα πριν διαβεί την ελληνοτουρκική μεθόριο για τελευταία φορά, ο Παύλος Μελάς πείσθηκε από το φίλο του Ανθυπολοχαγό, Χαράλαμπο Λούφα, να φωτογραφηθεί με την αντάρτικη περιβολή. Στις 21 Αυγούστου έστειλε τη φωτογραφία στη γυναίκα του «υπό τον όρο να μην ιδή το φως της ημέρας». Και συμπλήρωσε: «Αν πέσω εκεί, ας είναι μια ανάμνηση εις σε και τα παιδάκια μου. Αλλά φαντάσου τι κωμικόν θα ήτο και τι μαρτύριον δι' εμέ, αν επέστρεφα άπρακτος, να βλέπω τη φάτσα μου έτσι μασκαρεμένην». Λίγες ημέρες αργότερα, με ανακούφιση φόρεσε μόνιμα τον μαύρο κεντητό ντουλαμά και ζώστηκε τα όπλα, κερδίζοντας τον θαυμασμό των ανδρών του. Η ασπρόμαυρη αυτή φωτογραφία και ο αντίστοιχος πίνακας που φιλοτέχνησε ο Γεώργιος Ιακωβίδης πριν από το τέλος της ίδιας χρονιάς έμελλε να γίνει το γνωστότερο και μακροβιότερο σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα.

Στην παραδοσιακή ιστοριογραφία το Μακεδονικό Ζήτημα, για το οποίο τόσο αγωνίσθηκε ο Μελάς, ταυτίζεται με τις περιπλοκές της τελευταίας φάσης του Ανατολικού Ζητήματος. Πρόκειται για τους διπλωματικούς και πολεμικούς αγώνες των Βαλκανικών κρατών, αλλά και των μεγάλων δυνάμεων της περιόδου 1878 με 1913 για την πλήρωση του κενού που δημιουργούσε η βάσιμη προσδοκία αποχώρησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τις τελευταίες ευρωπαϊκές της κτήσεις, που σε γενικές γραμμές δεν ήταν άλλες από τα μακεδονικά εδάφη.

Στην ουσία το Μακεδονικό Ζήτημα συνδέεται με τις αδυναμίες οριοθέτησης του γεωγραφικού και του οικονομικού χώρου της Μακεδονίας, τον ανταγωνισμό των κατοίκων της για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, τη συνακόλουθη πολιτισμική διαίρεση (που ουσιαστικά μετέβαλε του κοινωνικούς ανταγωνισμούς σε εθνικές διαμάχες) καθώς και τα ποικίλα πρακτικά και ιδεολογικά προβλήματα του εκσυγχρονισμού των βαλκανικών κρατών, ξεκινώντας από την ίδια την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Όμως τα γεγονότα του 1903 ξεπέρασαν κατά πολύ τα συνηθισμένα περιστατικά των ληστρικών επιδρομών και των σποραδικών «ημιεπίσημων» λεηλασιών. Η μελέτη των εγγράφων αποκαλύπτει τη φοβερή κοινωνική αναταραχή, τις οικονομικές καταστροφές, μόλις έναν χρόνο μετά τον σεισμό του 1902, και τη διεύρυνση του κύκλου του αίματος.

Άλλοι μαρτυρούν τις πιέσεις των κομιτάτων που εξανάγκαζαν τους χωρικούς να καταφύγουν στα βουνά και την ταυτόχρονη βίαιη στρατολόγηση.

Τελικά, η μόνη επιλογή που φαίνεται ότι ακολουθήθηκε από τα βουλγαρικά κομιτάτα με σχετική συνέπεια πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το κίνημα του Ίλιντεν, γι' αρκετά χρόνια μάλιστα ήταν η καταδίωξη όσων πιστών στον Οικουμενικό Πατριάρχη (Πατριαρχικών) δεν προσέρχονταν οικειοθελώς στην Εξαρχία, δηλαδή τη Βουλγαρική σχισματική (από το 1872) Εκκλησία και αντιτάσσονταν στα βουλγαρικά σχέδια. Έλεγε στους Πατριαρχικούς της Σκοπιάς Φλωρίνης Βούλγαρος παράγων: «... Εάν δεν γείνητε Βούλγαροι, κατά το επερχόμενον έαρ αι κεφαλαί σας θα είνε μία στον παράν». Γι' αυτό οι εκκλήσεις για άμεση βοήθεια όσων είχαν ακόμη το σθένος να αντιτάσσονται σε τετελεσμένα γεγονότα πυκνώνουν στους φακέλους του αρχείου του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών και ανακατεύονται την περίοδο αυτή (1903/1904) με τα αγγελτήρια νέων δολοφονικών επιθέσεων κατά των Πατριαρχικών είτε στην ύπαιθρο είτε στα αστικά κέντρα.

Η παρουσία της διεθνούς χωροφυλακής υπό τον Ιταλό στρατηγό De Giorgis από την άνοιξη του 1904 και η ενεργότερη ανάμειξη όλων των Μεγάλων Δυνάμεων επέτειναν τη σύγχυση, καθώς η προσποιητή διάθεση για αποκατάσταση της τάξης ερχόταν ολοφάνερα σε σύγκρουση με τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους.

Από ελληνικής πλευράς είναι δύσκολο να ισχυριστεί κανείς ότι οι απόψεις για τον τρόπο ενέργειας στη Μακεδονία ήταν απόλυτα ξεκαθαρισμένες, ειδικά σε μια εποχή όπου η διέλευση των Βουλγάρων ανταρτών μέσω του ελληνικού εδάφους ήταν ακόμα σύνηθες φαινόμενο, όπως μαρτυρούσε και ο Γερμανός Καραβαγγέλης, Μητροπολίτης Καστοριάς. Από το διαθέσιμο υλικό γίνεται καταρχήν σαφές ότι τόσο για την Εκκλησία όσο και για τους διπλωμάτες η οριοθέτηση του Ελληνισμού τα χρόνια αυτά ήταν ακόμη προβληματική. Η ενότητα του ορθόδοξου γένους είχε κλονιστεί ανεπανόρθωτα από τις επιλογές και τις ενέργειες των ρουμανιζόντων Βλάχων και των εξαρχικών σλαβόφωνων της Μακεδονίας. Όμως, ακόμη δεν είχε καταστεί σαφές αν το ζητούμενο στον Αγώνα που ξεκινούσε ήταν τελικά η εξασφάλιση του ελληνικού φρονήματος ή η ορθόδοξη ταυτότητα. (παράθυρο ρουμανιζόντων Βλάχων και των εξαρχικών σλαβόφωνων της Μακεδονίας)

Το δίλημμα ήταν προφανές: Η ανάπτυξη μηχανισμών ένοπλης άμυνας ήταν επιβεβλημένη, για να προφυλάξει βασικά στελέχη της Ελληνικής παράταξης, αλλά η χρήση βίας έπρεπε να είναι λελογισμένη, ώστε να μην αποκλείεται η επάνοδος των Εξαρχικών, ακόμη κι αυτών των κομιτατζήδων. Η περίπτωση του θρυλικού Κώτα Χρήστου, έμπειρου οπλαρχηγού των Κορεστίων, που για ένα διάστημα κινήθηκε ευέλικτα μεταξύ των δύο χωρών, καταδιωκόμενος από τον προσωπικό του αντίπαλο Τσακαλάρωφ, αλλά και από τον Τουρκικό στρατό, αποτέλεσε ίσως τη σημαντικότερη περίπτωση σοβαρού πλοβληματισμού. Ήταν εμφανές ότι τα μειονεκτήματα της ενδεχόμενης απώλειας του Κώττα, όπως υπέδειξε ο Ίων Δραγούμης, ήταν κατά πολύ σοβαρότερα από την ασαφή μερικές φορές ιδεολογική του πορεία, παρά τις επισκέψεις και τις φωτογραφήσεις του στην Αθήνα. Πάντως, οι εν γένει πιέσεις που ασκούνταν κατά τόπους στους Έλληνες διπλωμάτες δεν ήταν αμελητέες. Πιέσεις καταρχήν οικονομικές για την αποκατάσταση της ελληνικής εκπαίδευσης σχεδόν σε κάθε χωριό της Μακεδονίας μετά την αναταραχή του 1903.

Έγραφαν οι προύχοντες του χωριού Αγία Μαρίνα της Πέλλας προς τον Γενικό Πρόξενο: «Έχοντες μέγαν πόθον προς τα Ελληνικά γράμματα και ιδίως προς την Ελληνικήν γλώσσα, μη έχοντες δυνάμεις να συγκρατήσωμεν τοιούτον διδάσκαλον παρακαλούμεν πολύ την υμετέραν εκλαμπρότητα όπως λυπηθή τα τέκνα μας και ημάς τους ιδίους».

Παρά τη θέση του πρόξενου Λ. Κορομηλά για ενοποιημένη δράση στη Μακεδονία την ίδια σχεδόν εποχή, από το καλοκαίρι του 1904, οι παράλληλες διεργασίες στην Αθήνα οδήγησαν στις πρώτες ιχνηλατικές επιχειρήσεις που ανέλαβε το νεοϊδρυμένο Μακεδονικό Κομιτάτο του Δημητρίου Καλαποθάκη στην περιοχή της Καστοριάς με τις ένοπλες ομάδες του Παύλου Μελά και του Κρητικού Ευθυμίου Καούδη. Οι διπλωματικές υπηρεσίες παραλούθησαν την πορεία και τη δράση τους από μακριά, μέσω των διαθέσιμων πληροφοριοδοτών, με αναμφίβολη ικανοποίηση για τις πρώτες ελληνικές επιτυχίες. Φοβερή ψυχολογική πάλη διαδραματιζόταν στις καρδιές των χωρικών. Ο θάνατος του Παύλου Μελά το φθινόπωρο του 1904 σημάδεψε την πορεία του Μακεδονικού Αγώνα με πολλούς τρόπους, όπως ήδη αναφέρθηκε. Φυσιογνωμία ευγενική και καλοπροαίρετη, ιδεολόγος και ευσυγκίνητος, αν και πρόθυμος να υιοθετήσει τους τύπους της κλέφτικης παράδοσης, στην ουσία αδυνατούσε να εφαρμόσει τους σκληρούς κανόνες του ανορθόδοξου πολέμου και έτσι αναδείχθηκε σε τραγικό ήρωα. Ο χαμός του ήταν πάνω απ' όλα ο θρίαμβος της ρομαντικής φιλοπατρίας που επισφραγίσθηκε με τη θυσία για την πατρίδα, μια μοίρα που ο Μελάς, όπως φαίνεται από τα γραπτά του, επιζητούσε συστηματικά. Ήταν ακόμη ο θρίαμβος του ατόμου, η ανάδειξη ενός ήρωα, του πρώτου γνήσιου μετά τους επαναστάτες του 1821, που συγκίνησε μια ολόκληρη γενιά στρατιωτικών και εγκαινίασε έναν νέο κύκλο εθνικών αγώνων και θριάμβων για εθελοντές κάθε είδους και προέλευσης.

Ήταν τέλος, και δε θα πρέπει να παραβλέπεται, η πρώιμη δικαίωση του Κομιτάτου του Καλαποθάκη. Μιας επιτροπής που, αν και είχε εμφανιστεί μόλις 4 με 5 μήνες νωρίτερα, απέκτησε τόση πολιτική επιρροή, ώστε να ανθίσταται πλέον σθεναρά στην επιχειρούμενη κρατική χειραγώγηση, ενώ η σημασία του ως φορέα απέκτησε στην πορεία του χρόνου μυθικές διαστάσεις. Λίγες ημέρες μετά το θάνατο του Μελά διέσχισε τη μεθόριο το σώμα του Γεώργιου Τσόντου, που εξελίχθηκε σύντομα στη σημαντικότερη επιτελική προσωπικότητα του Αγώνα. Οι δύο αυτές ομάδες μαζί με τους άνδρες του Κρητικού Ευθυμίου Καούδη έδωσαν τα πρώτα κτυπήματα στη βουλγαρική παράταξη, αποκαθιστώντας για πρώτη φορά το ελληνικό γόητρο στα μάτια του ντόπιου πληθυσμού.

Βαλκανική Κρίση 1875 έως 1878, Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος, Προπαρασκευ, Εθελοντές, Ιατρική Περίθαλψη, Υπογραφή Βαλκανικού Συμφώνου

Κατάληψη Ελασσόνας, Δεσκάτης, Η Μάχη του Σαραντάπορου, Απελευθέρωση Σερβίων, Κοζάνης, Απελευθέρωση Γρεβενών, Δεσκάτης, Απελευθέρωση Λιτοχώρου, Κατερίνης, Απελευθέρωση Βέροιας, Απελευθέρωση Έδεσσας, Κατάληψη Αμυνταίου, Η Μάχη των Γιαννιτσών, Απελευθέρωση Θεσσαλονίκης, Απελευθέρωση Χαλκιδικής, Αγίου Όρους, Η Μάχη του Ναλμπάκιοϊ, Απελευθέρωση Φλώρινας, Αμυνταίου, Πτολεμαΐδος, Επιχειρήσεις του Βουλγαρικού και Σερβικού στρατού

Ελληνικός στόλος, Κατάληψη της Λήμνου, Βύθιση του Φετίχ Μπουλέν, Κατάληψη Θάσου, Ίμβρου, Αϊ Στράτη, Σαμοθράκης, Ψαρών, Τενέδου, Ναυμαχία Έλλης, Απελευθέρωση Μυτιλήνης, Απελευθέρωση Χίου, Ναυμαχία Λήμνου, Απελευθέρωση Σάμου, Δράση Μοίρας Ιονίου, Αξιωματικοί του Ναυτικού, Θωρηκτό Αβέρωφ

Στρατιά 'Ηπειρου, Κατάληψη Πρέβεζας, Πέντε Πηγαδιών, Η πορεία προς τα Ιωάννινα, Απελευθέρωση Ιωαννίνων, Οι τελευταίες ημέρες του βασιλέως Γεωργίου, Αεροπορία, Γεγονότα πριν το τέλος του Α΄Βαλκανικού

Αυτόνομη Βόρεια Ήπειρος

Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος, Η Μάχη της Θεσσαλονίκης, Η Μάχη Κιλκίς, Λαχανά, Η κατάληψη της Δοϊράνης, Απελευθέρωση Σερρών, Δράμας, Δοξάτου, Ξάνθης, Κομοτηνής, Απελευθέρωση Καβάλας, Συνθήκη Βουκουρεστίου

Απελευθέρωση Κρήτης

Μετάλλια της Εποχής 1912 και 1913, Εξώφυλλα τετραδίων της Εποχής 1912 και 1913, Ημερήσιος τύπος 1912 και 1913, Αλληλογραφραφία από το μέτωπο, Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄, Ελευθέριος Βενιζέλος, Παύλος Κουντουριώτη

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ (Balkan Wars 1912 . 1913) ανήκει στην Οικογένεια Ποταμιάνου Ε.Κ.Α. (Ηπειρωτική).

Συναποτελείται από συλλογές, που αφορούν την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, του Μανουσάκη και άλλων.

Η Έρευνα, η Συγγραφή και η Επιμέλεια της ύλης πραγματοποιήθηκαν από την Αργυρή Κ. Μπαξεβάνου, Φιλόλογο και Συγγραφέα.

Υπεύθυνη Σχεδιασμού και Διαχείρισης ιστοσελίδος Ειρήνη Μαρία Β. Ταμπάκη, φοιτήτρια Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών Π.Ε.

Ευγενική υποστήριξη Βασίλειος Α. Ταμπάκης, Δρ. Δασολογίας

Το υλικό στην πρωτογενή του μορφή εκτίθεται στην Ιερά Μονή Ευαγγελισμού, Σκιάθου.